Το έτος 30 π.Χ., μετά το θάνατο της Κλεοπάτρας και του Μάρκου Αντώνιου, η Κύπρος βρέθηκε υπό τον άμεσο έλεγχο του Οκταβιανού. Το 22 π.Χ., όμως, ο Αύγουστος παραχώρησε το νησί στη Σύγκλητο. Τη διακυβέρνησή του ανέλαβαν ανθύπατοι που είχαν διατελέσει πραίτoρες. Επρόκειτο, εν γένει, για μη πολλά υποσχόμενους συγκλητικούς, οι οποίοι σπανίως καταλάμβαναν υψηλότερα αξιώματα μετά την υπηρεσία τους στην Κύπρο.
Η Κύπρος έγινε μια ταπεινή επαρχία και δεν αποτελούσε πλέον θέση σπουδαίας στρατηγικής σημασίας στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Αυτός ο περιορισμός της σημασίας της αντανακλάται στα νομίσματά της τα οποία εκδόθηκαν με διαλείμματα από τον Αύγουστο έως τον Καρακάλλα. Καθώς δεν ιδρύθηκε αποικία στο νησί, η κυπριακή νομισματοκοπία είναι επαρχιακή και δεν συνίσταται από νομισματοκοπίες διαφόρων πόλεων. Μολονότι είναι σχετικώς δυσεύρετη, παρ’ όλα αυτά παρουσιάζει ενδιαφέρον καθώς λαμβάνει διάφορες μορφές: τα νομίσματα εκδόθηκαν είτε από την ένωση των κυπριακών πόλεων, το «Κοινό των Κυπρίων», το οποίο ασφαλώς ήταν υπεύθυνο για την αυτοκρατορική λατρεία, ή από τους ανθύπατους, καθώς ολιγάριθμες εκδόσεις έφεραν επιγραφές στις οποίες δεν γινόταν αναφορά στην Κύπρο, έχουν όμως τοπικά εικονιστικά θέματα και κυκλοφορούσαν μόνο στην Κύπρο, ή απευθείας από τον αυτοκράτορα ή κάποιο μέλος της ακολουθίας του, καθώς άλλες εκδόσεις δεν αναφέρονται καθόλου στην Κύπρο και έχουν αυτοκρατορικούς εικονιστικούς τύπους, βρίσκονται όμως μόνο στο νησί.
Τα νομίσματα που εκδίδονται επί Αυγούστου και Τιβερίου φέρουν επιγραφές στη λατινική γλώσσα, τα νομίσματα της εποχής της δυναστείας των Κλαυδίων είναι δίγλωσσα, τα νομίσματα που εκδίδονται ακολούθως φέρουν επιγραφές στην ελληνική γλώσσα: αυτή η εξέλιξη ακολουθεί μια γενική τάση. Οι νομισματοκοπίες των πόλεων και επαρχιακών περιοχών, τουλάχιστον στο ανατολικό τμήμα της αυτοκρατορίας, αποτελούν το σήμα κατατεθέν της ελληνικής πολιτιστικής ταυτότητας. Οι Έλληνες δεν ήταν πλέον κύριοι του εαυτού τους, ήταν όμως υπερήφανοι που ήταν Έλληνες, και η έκδοση νομισμάτων με ελληνικές επιγραφές και τοπικούς εικονιστικούς τύπους, αποτελούσε έναν τρόπο επιβεβαίωσης της ταυτότητάς τους, η οποία παρέμεινε ανέπαφη υπό τη ρωμαϊκή κυριαρχία. Θα πρέπει επίσης να επισημανθεί ότι λίγοι Ρωμαίοι πολίτες είχαν εγκατασταθεί στο νησί.
Νομίσματα στο όνομα του «Κοινού των Κυπρίων»
Το κοινό έκοψε χάλκινα νομίσματα επί Κλαυδίου, κατά πάσα πιθανότητα το 43/44 μ.Χ.1, επί Γάλβα το 68/69 μ.Χ.2, επί Βεσπασιανού και των γιων του Τίτου και Δομιτιανού το 75/76 μ.Χ.3, επί Τραϊανού το 114-116 μ.Χ.4, καθώς και επί Σεπτιμίου Σεβήρου5, Ιουλίας Δόμνας6, Καρακάλλα7 και Γέτα8.
Τα νομίσματα του Κλαυδίου φέρουν στην οπίσθια όψη μόνο το όνομα του Κοινού μέσα σε δάφνινο στεφάνι [Εικ. 1]. Από τον Γάλβα μέχρι τον Τραϊανό, απεικονίζονται ως οπισθότυποι ο Δίας Σαλαμίνιος και ο ναός της Αφροδίτης της Πάφου μαζί με το όνομα του Κοινού. Διαφορετικές υποδιαιρέσεις κόπηκαν επί Κλαυδίου, Βεσπασιανού και Τραϊανού, οι οποίες αντιστοιχούν σε ρωμαϊκούς σηστέρτιους, δυπόνδιους και ασσάρια. Τα νομίσματα στο όνομα του Κλαυδίου είναι τοπικής τεχνοτροπίας και κόπηκαν, κατά πάσα πιθανότητα, στην Πάφο, την πολιτική πρωτεύουσα του νησιού στη διάρκεια της ρωμαϊκής περιόδου, και το ίδιο συμβαίνει επίσης με τις εκδόσεις στο όνομα του Γάλβα. Τα νομίσματα των Φλαβίων και του Τραϊανού [Εικ. 2] φέρουν, σε συνδυασμό με το όνομα του Κοινού, εικονιστικούς τύπους που αποδεικνύουν πως προορίζονταν να κυκλοφορήσουν στην Κύπρο, διαθέτουν όμως σαφή αυτοκρατορικό χαρακτήρα. Απαρτίζονται από ορειχάλκινους σηστέρτιους και δυπόνδιους και από χάλκινα ασσάρια, και αναλύσεις δείχνουν πως αυτά εκδόθηκαν με βεβαιότητα στη Ρώμη και απεστάλησαν στην Κύπρο9. Η δυναστεία των Σεβήρων διατηρεί ως εικονιστικό τύπο μόνο τον ναό της Αφροδίτης της Πάφου, σε νομίσματα που κόβονται για τον Σεπτίμιο Σεβήρο [Εικ. 3]10, την Ιουλία Δόμνα11, τον Καρακάλλα12 και τον Γέτα13. Στην περίπτωση του Γέτα διακρίνονται δύο εμπροσθότυποι: ο ένας [Εικ. 4] παριστάνει τον αυτοκράτορα ολόσωμο και γυμνό από την πίσω όψη να κρατά ακόντιο14, ο άλλος [Εικ. 5] τη δαφνοστεφανωμένη κεφαλή του αυτοκράτορα με ένα ακόντιο προς τα δεξιά15. Νέοι όμως και σπάνιοι εικονιστικοί τύποι εισήχθησαν την περίοδο εκείνη: η Τύχη που στέκεται κατ’ ενώπιον σε τετράστυλο ναό με συριακή αψίδα σε σηστέρτιους στο όνομα του Καρακάλλα16, της Ιουλίας Δόμνας17 και του Γέτα [Εικ. 6]18, το όνομα του Κοινού μέσα σε στεφάνι σε δυπόνδιους (;) στο όνομα της Ιουλίας Δόμνας19, ένας αετός με στεφάνι στο ράμφος και μια Νίκη που οδηγεί άρμα σε δυπόνδιους (;) στο όνομα του Καρακάλλα20, μια Νίκη που βαδίζει προς τα αριστερά σε ασσάρια (;) στο όνομα του Γέτα21.
Νομίσματα με κυπριακούς εικονιστικούς τύπους που εκδόθηκαν από τους ανθύπατους
Οι υπογραφές δύο μόνο ανθύπατων εμφανίζονται σε κυπριακά νομίσματα. Ο Α. Πλαύτιος εισήγαγε τους τύπους του λατρευτικού αγάλματος του Σαλαμινίου Διός και του ναού της Αφροδίτης της Πάφου22. Έχει προταθεί ότι η νομισματική αυτή έκδοση συνδέεται ίσως με τη μεταβίβαση του νησιού στη Σύγκλητο το 22 π.Χ., είναι όμως εξίσου πιθανό ότι ο Πλαύτιος ήταν ανθύπατος το 1/2 μ.Χ.23. Ο δεύτερος, ο Κομίνιος Πρόκουλος, έκοψε νόμισμα επί Κλαυδίου, πιθανώς το 43/44 μ.Χ.24. Ανυπόγραφα νομίσματα με κυπριακούς εικονιστικούς τύπους κόπηκαν πιθανώς κατόπιν παραγγελίας των Ρωμαίων εκπροσώπων στο νησί. Αυτή είναι η περίπτωση της νομισματικής έκδοσης προς τιμήν του Δρούσου Β΄, που χρονολογείται, κατά πάσα πιθανότητα, το 22 μ.Χ., όταν η Πάφος και η Σαλαμίνα εδραίωσαν το δικαίωμα ἀσυλίας που απολάμβαναν για πολύ καιρό τα ιερά τους25. Η άλλη περίπτωση αφορά την παραγωγή αργυρών νομισμάτων, τα οποία κόπηκαν επί Κλαυδίων. Τετράδραχμα κόπηκαν για τον Βεσπασιανό [Εικ. 7], μεταξύ του όγδοου και δέκατου έτους που βρισκόταν στον αυτοκρατορικό θρόνο26, και για τον Τίτο ως Αύγουστο, το δεύτερο έτος27. Δίδραχμα εκδόθηκαν στο όνομα του Τίτου και του Δομιτιανού επί Βεσπασιανού, στο ένατο έτος της ηγεμονίας του τελευταίου28. Τα νομίσματα αυτά χρονολογούνται επομένως από το 75 έως το 78 μ.Χ. και το 79/80 μ.Χ. Η καθαρότητα των νομισμάτων αυτών αγγίζει το 90%. Έχει υποστηριχθεί ότι η παραγωγή σταμάτησε το 78 μ.Χ., καθώς τότε το νησί επλήγη από ισχυρό σεισμό που κατέστρεψε την Πάφο, τη Σαλαμίνα, και ίσως το Κούριο και την Αμαθούντα. Η τυπική όμως συριακή επιγραφή στην οπίσθια όψη, ΕΤΟΥC ΝΕΟΥ ΙΕΡΟΥ, και η τεχνοτροπική σύνδεση των χάλκινων νομισμάτων της Αντιόχειας και των αργυρών με κυπριακούς εικονιστικούς τύπους, κάνουν πιθανή την υπόθεση ότι τα αργυρά αυτά νομίσματα στην πραγματικότητα εκδόθηκαν στην Αντιόχεια, όπως τα αργυρά νομίσματα της ίδιας περιόδου, με το όνομα του «Κοινού των Κυπρίων», κόπηκαν στη Ρώμη και απεστάλησαν στην Κύπρο.
Νομίσματα με αυτοκρατορικούς τύπους που εκδόθηκαν για να κυκλοφορήσουν στην Κύπρο
Τα πρώτα νομίσματα που κόπηκαν μετά το 30 π.Χ. ήταν προς τιμήν του Αυγούστου: χρονολογούνται με ακρίβεια το 26 π.Χ., καθώς η οπίσθια όψη φέρει την επιγραφή COS OCTAVO DESIG IX29. Ο οπισθότυπος - Νίκη σε σφαίρα που κρατά στεφάνι και κλαδί φοίνικα - απηχεί τον τύπο της Νίκης που κόπηκε στη Ρώμη μετά το Άκτιο. Η απόδοσή τους στην Κύπρο είναι βέβαιη καθώς τα νομίσματα αυτά απαντούν συχνά στο νησί και πουθενά αλλού. Ο αξιωματούχος που παρήγγειλε την επαρχιακή αυτή έκδοση (με όλα τα χαρακτηριστικά όμως μιας αυτοκρατορικής) ήταν με βεβαιότητα ο έπαρχος της Κύπρου. Πιθανώς την ίδια χρονική περίοδο, νομίσματα της σειράς CA, το βασικό νομισματοκοπείο των οποίων βρισκόταν στην Ασία, εκδόθηκαν στην Κύπρο, σε ένα παράρτημα30. Για να χρησιμοποιήσουμε την ορολογία του M. Grant, τα νομίσματα αυτά αποτελούσαν τμήμα μιας «υπερ-επαρχιακής» νομισματοκοπίας31. Επαρχιακά αυτοκρατορικά νομίσματα κόπηκαν ξανά το 1 μ.Χ., όταν ο Γάιος Καίσαρ, εγγονός του Αυγούστου, έλαβε το υπατικό αξίωμα. Ο Γάιος βρισκόταν τότε στην Ανατολή και ίσως είχε περάσει από την Κύπρο. Τα νομίσματα αυτά τιμούν επίσης τον Αύγουστο ως Pater Patriae, τίτλο τον οποίο είχε λάβει το 2 π.Χ.32. Την ίδια περίοδο χρονολογούνται δύο ακόμη νομισματικές σειρές, με επαρχιακά στοιχεία μιας αυτοκρατορικής σειράς33, με το πορτραίτο του Αυγούστου στην εμπρόσθια όψη και την επιγραφή AVGVST [Εικ. 8] ή SC μέσα σε στεφάνι στην οπίσθια όψη. Η απόδοσή τους στην Κύπρο φαίνεται βέβαιη διότι η τεχνοτροπία τους είναι παρόμοια με αυτή της νομισματικής σειράς του Γαΐου και, επίσης, διότι αυτά βρέθηκαν στο νησί. Επί Τιβερίου και, αργότερα, επί Αντωνίνου του Ευσεβούς, κόπηκαν νομίσματα κατ’ απομίμηση αυτοκρατορικών τύπων, η απόδοση των οποίων στην Κύπρο οφείλεται πάλι στο γεγονός ότι αυτά βρίσκονται μόνο στο νησί. Επί Τιβερίου, δυπόνδιοι και ασσάρια με λατινικές επιγραφές, που απεικονίζουν στην οπίσθια όψη την ακτινοστεφή κεφαλή του θεού/αποθεωμένου Αυγούστου [Εικ. 9]34 ή τη Λιβία καθιστή, με φιάλη και σκήπτρο35, μιμούνται αυτοκρατορικά νομίσματα που κόπηκαν στη Ρώμη το 15/16 μ.Χ. Αυτή η διαδικασία επαναλήφθηκε επί Αντωνίνου του Ευσεβούς, όταν σειρές σηστέρτιων και δυπόνδιων, με ελληνικές επιγραφές και πορτραίτα του αυτοκράτορα στην εμπρόσθια όψη και του Μάρκου Αυρηλίου Καίσαρα στην οπίσθια όψη [Εικ. 10]36, εκδόθηκαν στο νησί, όπου απαντούν ευρέως. Το νομισματοκοπείο της Ρώμης ξεκίνησε την έκδοση νομισμάτων προς τιμήν του Μάρκου Αυρηλίου το 139 μ.Χ., επομένως, τα κυπριακά νομίσματα πρέπει να χρονολογηθούν αντιστοίχως στη δεκαετία του 140 μ.Χ.. Οι τελευταίες σειρές, οι επιγραφές των οποίων αφορούν εξολοκλήρου σε αυτοκρατορικά ονόματα χωρίς σαφή αναφορά στην Κύπρο, αν και απαντούν συχνά στο νησί, κόπηκαν για τον Καρακάλλα ως Αύγουστο και για τον Γέτα, πρώτα ως Καίσαρα και μετέπειτα ως Αύγουστο [Εικ. 11]37, πιθανώς στο τέλος της αυτοκρατορικής εξουσίας του Σεβήρου και στην αρχή της από κοινού ανάληψης της εξουσίας από τον Καρακάλλα και τον Γέτα, το 208(;) - 210 μ.Χ.. Και η έκδοση αυτή, όπως και οι προηγούμενες, εγείρει το ζήτημα της αρχής που την παρήγγειλε.
Υστερόσημα
Πολυάριθμα υστερόσημα βρίσκονται σε κυπριακά νομίσματα ως ένας τρόπος να χρησιμοποιηθούν εκ νέου φθαρμένα νομίσματα38. Τα πρώτα νομίσματα που φέρουν υστερόσημο είναι αυτά του Γάλβα, είναι όμως δυσανάγνωστο39, και επομένως δύσκολο να γίνει κατανοητό πότε επισημάνθηκαν τα νομίσματα αυτά. Ο Τίτος και ο Δομιτιανός επεσήμαναν φθαρμένα νομίσματα του Αυγούστου και του Κλαυδίου40. Έπειτα, επί Τραϊανού, ένα ορθογώνιο υστερόσημο με την επιγραφή TRAIAN/DACIC41 εφαρμόστηκε σε φθαρμένα νομίσματα με μεγάλα πέταλα, που εκδόθηκαν πιθανώς επί Κλαυδίου. Κυκλικά υστερόσημα με τη δαφνοστεφανωμένη κεφαλή του Αδριανού και την επιγραφή ΑΥΤΟ ΚΑΙ ΑΔΡΙΑ42, εφαρμόστηκαν σε νομίσματα που είχαν ήδη επισημανθεί από τον Τραϊανό. Το γεγονός πως τα υστερόσημα αυτά πηγαίνουν ανά ζεύγη δεν σημαίνει απαραιτήτως πως αυτά χτυπήθηκαν την ίδια χρονική περίοδο, και η χρήση του υστερόσημου TRAIAN/DACIC επί Αδριανού δεν φαίνεται πιθανή. Επιπλέον, το υστερόσημο με τον Αδριανό χτυπήθηκε σε ορισμένες περιπτώσεις εν μέρει πάνω από αυτό του Τραϊανού το οποίο, σε κάθε περίπτωση, φαίνεται πολύ πιο φθαρμένο από αυτό του Αδριανού, υποδεικνύοντας πως χτυπήθηκε νωρίτερα. Είναι γνωστό πως ο Αδριανός επανέφερε στην αρχική της κατάσταση τη Σαλαμίνα μετά την καταστροφή που αυτή υπέστη κατά τη διάρκεια της εξέγερσης των Ιουδαίων το 116 μ.Χ.. Ο αυτοκράτορας λατρεύτηκε ως «[πατέρας] και ευεργέτης» της Σαλαμίνας το 123 μ.Χ.43 και επισκέφτηκε ενδεχομένως για σύντομο χρονικό διάστημα τη Σαλαμίνα το 129/130 μ.Χ.. Το υστερόσημο θα μπορούσε να είχε χρησιμοποιηθεί ως ένα μέσο αύξησης του κεφαλαίου για την αποκατάσταση της πόλης. Επί Μάρκου Αυρηλίου, ένα υστερόσημο χτυπήθηκε στα αργυρά νομίσματα (τετράδραχμα και δίδραχμα) που εκδόθηκαν επί Φλαβίων. Αυτό το κυκλικό υστερόσημο44 απεικονίζει τη δαφνοστεφανωμένη κεφαλή του αυτοκράτορα με τη επιγραφή ANTOC I V (ή VI), η οποία αναλύεται ως Anto(ninus) C(os) I(mperator) V ή VI. Τα ίδια νομίσματα επισημάνθηκαν επίσης επί Καρακάλλα και Ιουλίας Δόμνας, αν και τα παραδείγματα είναι πιο σπάνια, κατά πάσα πιθανότητα για να λάβουν εκ νέου αξία.
Κυκλοφορία
Στην Κύπρο κυκλοφορούσαν και άλλα νομίσματα εκτός από τα κυπριακά. Ρωμαϊκά δηνάρια έχουν βρεθεί σε ανασκαφές στο Κούριο45, τους Σόλους46 και την Πάφο47. Θησαυροί με δηνάρια είναι γνωστοί από το νησί και απεκρύφθησαν επί Βεσπασιανού στην Αμαθούντα48 και επί Κομμόδου στη Λάρνακα (;)49. Μια μεγάλη ποικιλία χάλκινων νομισμάτων βρέθηκε στο Κούριο και στην Πάφο, είναι όμως ενδιαφέρον να παρατηρήσει κανείς ότι οι ιουδαϊκές εκδόσεις που χρονολογούνται συνήθως από το πρώτο μισό του 1ου αι. μ.Χ. κατέχουν εξέχουσα θέση50, μαρτυρώντας είτε «τους ισχυρούς δεσμούς του νησιού με την Ιουδαία»51 ή την άφιξη πολλών Εβραίων στο νησί μετά την Πρώτη Εξέγερση στην Ιουδαία. Τον 2ο αι. μ.Χ. και στις αρχές του 3ου, ρωμαϊκά νομίσματα, κυρίως σηστέρτιοι, υπερισχύουν των κυπριακών χάλκινων.
Συμπεράσματα
Το τέλος της τοπικής νομισματοκοπίας έλαβε χώρα μάλλον νωρίτερα σε σχέση με τις περισσότερες περιοχές της ανατολικής ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Άλλες σειρές έχουν αποδοθεί επίσης στην Κύπρο: αργυρά τετράδραχμα του Καρακάλλα με αετό πάνω σε στάχυ σιταριού στην οπίσθια όψη52, χάλκινα νομίσματα του Ηλιογάβαλου και του Αλεξάνδρου Σεβήρου, με ΔΕ και επάνω αστέρι εντός στεφάνου53. Στην πρώτη περίπτωση, η απόδοση προέρχεται από τον Seyrig54, και έκτοτε έχει γίνει αποδεκτή, χωρίς όμως να μπορεί να αποδειχτεί επαρκώς. Στην τελευταία περίπτωση, τα νομίσματα αυτά απαντούν συχνά στο νησί, αποδίδονται όμως συνήθως στην Αντιόχεια.
Ο Δίων Κάσσιος βάζει στο στόμα του Μαικήνα, του φίλου του Αυγούστου, ο οποίος πέθανε το 8 π.Χ., τα ακόλουθα λόγια, τα οποία στην ουσία αποτελούν συμβουλή προς τον νέο κύριο της οἰκουμένης55. Υπαινίσσεται ότι κανείς από τους λαούς που βρίσκονται τώρα υπό την εξουσία του Αυγούστου δεν «έχουν δικά τους νομίσματα ή σταθμά ή μέτρα· αντ’ αυτού άφησέ τους να χρησιμοποιούν τα δικά μας». Δεδομένου ότι ο Δίων ήταν σύγχρονος του αυτοκράτορα Αλεξάνδρου Σεβήρου, και ύπατος με αυτόν το 229 μ.Χ., αυτές οι παρατηρήσεις φαίνονται ασυνήθιστες για την περίοδο εκείνη, κατά την οποία δεν θα είχαν υπάρχει κατά πάσα πιθανότητα ποτέ άλλοτε τόσες πολλές ελληνικές πόλεις οι οποίες έκοβαν τα δικά τους νομίσματα, ταιριάζει όμως εξαιρετικά στην περίπτωση της Κύπρου.